Έτσι που πενθείς κύριε τάδε
πίσω απ’ τα κοκάλινα γυαλιά με προσοχή να μη σπάσει καμιά σιδερωμένη ρυτίδα Έτσι που η φωνή μου έγινε τρίτο πληθυντικό πρόσωπο και τη μαζεύουν τα πρωινά οι οδοκαθαριστές του δήμου Έτσι που η αλητεία εξόκειλε κι έμεινε μια τρύπια φόρμα κι αυτός ο έντονος κνησμός απ’ το ακρυλικό της ύφασμα Έτσι που η στιγμή εξερράγη χωρίς ο βιολιστής να ενδώσει σε καμιά αλλοίωση του ήχου κι έπεφταν σωρηδόν οι νότες Έτσι που τέλος πάντων υπάρχω αναπνέοντας μόνο με βελόνες και τ’ αντικλείδια των ουρανών σκούριασαν από την ακινησία Είπα να γράψω αυτό το ποίημα μα αλήθεια, ποιος το διαβάζει;
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|