Κάθε που αδειάζει η πόλη
νομίζω πως ανατινάζομαι καβαλάω ένα ποδήλατο κι ανεβαίνω στον ουρανό Με πολιορκούν οι άνεμοι μ’ αρέσουν και τα σύννεφα οπότε παίζω με τις ώρες τραβώ την περόνη του χρόνου αυτός εκρήγνυται γελώντας Αμέσως η αντιτρομοκρατική ανακρίνει τους στίχους μου το μόνο που ανακαλύπτει είναι μεθυσμένους αγγέλους και δυο ξυραφάκια ρεζέρβα Όταν μακρύνουν τα γένια μου θα έχει γεννηθεί το ποίημα θα ξαναγεμίσει τότε η πόλη με ξεφούσκωτα ποδήλατα
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|