Τα ευρήματα της νύχτας άκρως σοκαριστικά. Παράπονο δεν έχω από τη ζωή, πάντα με αγνοούσε. Τη θέση μου θα πάρουν άλλοι, πιο επιδέξιοι. Κυριολεκτικά εκλιπαρώ την άρση μου κι επιθυμώ τη σκηνοθέτηση της τελευταίας στιγμής. Εκατομμύρια μικροοργανισμοί θα συμμετέχουν κομπάρσοι. Άλλωστε τι έχω να χάσω από την παρουσία τους; Πιότερο κινδυνεύω από τη μοναξιά παρά από τα μικρόβια. Ο καθρέφτης με σακατεύει. Μένει να αποκαλυφθεί το ερημωμένο σώμα κάτω από το πουλόβερ. Παρατεταμένα θα ηχεί η μέλισσα και ο ρους του ποταμού. Το έργο συνεχίζεται με άλλους πρωταγωνιστές. Κάποιος συντρίβεται στην αρχή, άλλος εκβράζεται σώος στο τέλος. Κι αν είσαι κληρονόμος του σκότους, ανεβοκατεβαίνεις τις σκάλες.
********** Αν αντέξεις βέβαια, γιατί υπάρχουν κι οι ανθρωποφαγίες. Όπως για παράδειγμα να σου αποδομούν την ευτυχία για λίγα σύννεφα. Κι άντε μετά να βρέξει. Κλεισμένος στο δωμάτιο περιμένω την απόφαση. Καταδικαστική ή όχι, αδιάφορο. Σημασία έχει η ανακοίνωση, οι συνέπειες έπονται. Το τέρας αναθρώσκει, εξ ου και τα άλματα στον καναπέ. Μετά αρχίζουν οι θεωρίες αυτοπροστασίας. Περιβραχιόνιο ο χρόνος, φοριέται πάντα. Έτσι για να λέμε ότι υπάρχουμε. Τα ρηματικά πρόσωπα εναλλάσσονται. Δεν το κάνω επίτηδες. Υποβασταζόμενος απ’ τις λέξεις, αυτά παθαίνω. Τα ποτήρια σε κατακόρυφη πτώση, τα θρύψαλα ανακεφαλαίωση της θλίψης. Ανάμεσα στο λίγο και στο ελάχιστο προτιμώ το κενό του τετραδίου. Εκεί συντρίβονται οι ευφυίες, ενίοτε και τα κοπάδια. Κατά συνείδηση θα κριθούν όλοι, ο δικαστής άγνωστος. ********* Τέλος πάντων, ουδείς αλάνθαστος. Οι αποφάσεις κρύβουν αντιφάσεις. Ζόρια υπαρξιακής υφής, τυχαίες επιλογές. Η κάθε περίπτωση διαφορετικός καθρέφτης. Το τελευταίο κεφάλαιο του βίου πάντα γράφεται πρώτο. Σαν να προδικάζεται το μέλλον προκαταβολικά. Οι άνθρωποι επιβιώνουν όπως και να ‘χει. Αυτοί που θυσιάζονται είναι οι στόχοι τους. Κι είναι κρίμα όταν οι περισσότεροι είναι εφικτοί. Γνωρίζω πολλούς που αυτομόλησαν στα ποιήματα, άλλους που επέστρεψαν χαράματα πεζοί. Τίποτα δεν είναι δεδομένο, ειδικά στην Τέχνη. Άλλωστε όλοι φεύγουν για κάπου. Διέρχονται μέσα από τείχη, από σκοτεινά περάσματα. Κι όταν βγαίνουν στο ξέφωτο έχουν πια άλλη διάσταση. Μικροσκοπικές καρφίτσες ή πελώρια δέντρα. Στις σελίδες βιβλίων ή στα σύννεφα. Τα γεγονότα τρέχουν, για κάποιους είναι αργά να τα φτάσουν. Και μάλλον νωρίς να τα οικειοποιηθούν. ********** Κοιτάζω τα ζωύφια που ίπτανται περιμετρικά της μοναξιάς. Τα θραύσματα που δημιουργούν στον αέρα, τη μέτρηση του κενού στο κάθε τους άλμα. Κλωνάρια στίχων ριγμένα στο πάτωμα, ανάμεσα σε cd και κάλτσες. Ψιλόβροχο από το πρωί, το σκηνικό της σημερινής μέρας. Η υπομονή διπλώθηκε στα τέσσερα και περιμένει. Αγάπη, βαριά λέξη. Ό, τι απέμεινε στο στόμα. Κλειστή κι η τηλεόραση, εδώ και χρόνια. Η ηλικία ξεσπά, παρακολουθώ τα μάτια της. Κρατώ σημειώσεις για το απευκταίο σενάριο. Υποσιτισμός ωραίων στιγμών, υπερτροφία της θλίψης. Τα δάχτυλα ψαύουν το χαρτί, αφήνουν αποτυπώματα. Πάντα μου άρεσαν τα ακανόνιστα σχήματα, οι μονοεδρικές περιφέρειες. Τα μεγέθη που συρρικνώνονταν το πρωί. Τα μαθηματικά ποτέ δεν τα κατάλαβα, αν και ήμουν ένας αριθμός. Στην αστυνομική ταυτότητα, στην εφορία, στη ζωή. Ήμουν μια άλυτη εξίσωση, μια άσκηση εκτός ύλης. Τοκιζόμενο προϊόν σε ανύπαρκτο κεφάλαιο. Κωδικός άσπαστος, ατυχής συμπεριφορά. Αρπάζω ένα τσαμπί σταφύλι, μεθάω κι εξαϋλώνομαι. ********* Θα μπορούσαμε να στρογγυλέψουμε τα συναισθήματα, να μην έχουν αιχμηρές γωνίες. Να αγνοούσαμε τα σακατεμένα χρόνια, να ανοίγαμε παράθυρα ασφαλούς θέας. Να κονιορτοποιούσαμε τις εμμονές που βραδιάτικα χτυπάνε κουδούνια. Να κλείναμε λογαριασμούς με το αναπόφευκτο και να ανοίγαμε διαύλους με τον πρώτο τυχόντα. Να δίναμε ραντεβού στη μέση του χάους, επαναφορτιζόμενοι εραστές για αιώνια ταξίδια. Να υστερούσαμε σε όλα, ασήμαντοι και ηττημένοι υπογράφοντας την καταδίκη μας. Θα μπορούσαμε να μην έχουμε χέρια, να γλιτώναμε τη γραφή. Μονάχα να μιλάμε ακατάπαυστα για τις καιρικές συνθήκες. Να υπογραμμίζαμε σε μία πρόταση την τελεία, αδιαφορώντας για τις λέξεις. Να ελέγχαμε τη μοναξιά, διεισδύοντας στο πλήθος. Θα μπορούσαμε να μην υπάρχουμε τώρα, να μην ενοχλούμε κανέναν. ********* Είναι καιρός που αμφιβάλλω για την έκρηξη των ηφαιστείων, θεωρώντας τη λάβα παχύρευστο αίμα. Η έκρηξη που ακούγεται είναι ο βόμβος των εντόμων. Οι φλόγες κατακόκκινα χρυσάνθεμα. Μετά επισκέπτομαι φυλακές και νοσοκομεία. Είναι φορές που διαρρηγνύω τα σύννεφα συλλέγοντας βροχή. Πλησίον της νύχτας κομμάτια μνήμης αδιάρρηκτης. Κάπου θα υπάρχει το αντίδοτο. Ίσως στην φωτοχυσία του ήλιου ή στα στήθη των κοριτσιών. Στα ζαχαροπλαστεία καταμεσής της πίκρας, στους μελετητές των επόμενων γενεών. Προς το παρόν μυρίζει κλεισούρα, καθημερινή φθορά. Η έκταση που έχω να διανύσω ποικίλλει: από μερικά εκατοστά τετραδίου έως χιλιόμετρα στίχων. Ξετυλίγεται μπροστά μου ένας δρόμος. Κάποτε θα τον πατήσουν κι άλλοι. Με άλλες ιδέες, άλλες εμμονές, διαφορετική μοίρα. Όταν διασταυρωθούν τα ίχνη μας θα καλοκαιριάζει. Στο βάθος αρχαιολόγοι θα κάνουν ανασκαφές. Το σπίτι μου κατεδαφισμένο. Αρκείτω βίος! ********* Τελικά εγώ στη θέση μου και τα γεγονότα σε συντομία. Τι να σου κάνει κι η γραφή; Μια ολόκληρη νύχτα κι οι λέξεις σε ένδεια. Μέχρι να καταλάβω τι συνέβη, ξημέρωσε. Στις τράπεζες εκταμιεύονται φόβοι, ακόμα και βαθιοί ερεθισμοί του εγκεφάλου. Η σκέψη δολοπλόκος του σύμπαντος. Επιβάλλει εκκαθαριστικές επεμβάσεις τα χαράματα. Αν έχεις διαβάσει και λίγη Βιοηθική, αποσυντίθεσαι ταχύτερα. Η ομορφιά του κόσμου δεν πωλείται. Εκτός κι αν πρόκειται για ηδονή. Αισθητικό το θέμα και αδιαπραγμάτευτο. Η ευμάρεια δεν με αγγίζει, μόνο ο χειμώνας. Προσκομίζω και τη δερματολογική εξέταση. Επιστρέφω στην κίνηση, σε κατειλημμένες λεωφόρους. Το ακροατήριό μου απροσδιόριστο, περισσότερο κι από την αλήθεια. Τέρμα το ραδιόφωνο, σφυγμοί κανονικοί. Το πρόβλημα μετατίθεται για το μέλλον. ********** Προς το παρόν γρατζουνάω μερικές χορδές, συνάμα ιχνηλατώ την ανθρωπότητα. Υπογράφω συμβόλαια εκεχειρίας – όχι κατ’ ανάγκη δικά μου. Εξυπηρετώ και άλλους ομοϊδεάτες. Στην πράξη αποδεικνύομαι ανίκανος να τα υπερασπιστώ. Με την πρώτη βροχή ξεχύνομαι στους δρόμους. Αποστηθίζω ολόκληρα κατεβατά δακρύων. Μικρές καταστροφές της ψυχής πριν τη θύελλα. Η παράσταση κι απόψε ενδιαφέρουσα. Οι απόντες χιλιάδες. Στο σπίτι μου θα κρύφτηκαν ή σε κανένα ποτοπωλείο. Σημεία αναγνώρισης δεν έχουν, μόνο ουλές στο δέρμα. Ο θιασάρχης μετράει τις εισπράξεις, μετά πεθαίνει. Σπεύδω να τον αντικαταστήσω. Βαρύγδουπες δηλώσεις πρωταγωνιστών. Η ηρωίδα του έργου άβαφη και με σκισμένα ρούχα. Δεν αποτελεί μέρος του σεναρίου, είναι η ανεστραμμένη φύση της. Γιατί το είναι πάντα υποδεέστερο του φαίνεσθαι. Και η φωτιά εξακολουθεί να έρχεται καταπάνω μου. Ψάχνω επειγόντως για σκηνοθέτη, να μετριάσει τις στάχτες. Κανείς δεν αναλαμβάνει, επαφίεμαι στην τύχη. Και στην απροθυμία της κινηματογραφικής μηχανής. ********* Σε δεινή θέση ο άνεμος, με τραβολογάει μήπως και τον μπάσω στο σπίτι. Τα πράγματα αγρίεψαν, επιβάλλεται αυτοσυγκράτηση. Ξεκλειδώνω και διαχέομαι στο δωμάτιο. Άυλα βήματα και περίσσευμα σιωπής. Ανταλλαγή πολύτιμων αντικειμένων. Δίνω ανάσα και εισπράττω ελπίδα. Την παίρνω από το χέρι και βαδίζουμε μέσα στο σαλόνι. Φτάνουμε σε μια ακροποταμιά. Πανύψηλα δέντρα εποπτεύουν το συμβάν. Αριστερά μια μικρή αγροικία, ακατοίκητη εδώ και χρόνια. Δεξιά ένα πανύψηλο κυπαρίσσι. Λίγο μακρύτερα κάτι που μοιάζει με φυλακή ή νοσοκομείο. Μέγα επίτευγμα αυτό το σκηνικό. Νόμιζα πως είχαν στερέψει οι οπτικές μου. Ξαφνικά ακούγεται μια έκρηξη. Τινάσσονται τα περιστέρια, αμαυρώνει ο ουρανός. Ψιλόβροχο, στάζουν τα σύννεφα αιωρούμενη τύρφη. Τυλίγομαι κάτω από την κουβέρτα, σβήνω το φως. Η μοναξιά δεν μεταγλωττίζεται. Επεκτείνω τα όρια της φαντασιακής ύλης. Επιστρέφω στο σημείο που ήμουνα, στην ακροποταμιά. Με τη διαφορά ότι τώρα είμαι πια υποψιασμένος. ********* Η ημέρα της αποδόμησής μου έχει γεύση πικρής σοκολάτας. Ο καιρός νεφελώδης με ασθενείς ανέμους. Ομοβροντίες σιωπών, βουλιμία του τέλους. Απώλεια εύκολα διαχειρίσιμη, καθότι απαρατήρητη. Κακούργημα η χρονοτριβή. Απαιτούνται μονάχα τρεις δρασκελιές. Η απόφαση εξακολουθητικά προβλέψιμη. Η ραγισμένη πέτρα της αιωνιότητας στον λαιμό μου. Δειλινά στην Ανάφη και λάθη που βγήκαν σωστά. Περιπολώ με φακό και σακίδιο εκστρατείας. Ερημιά. Ένα κλικ αριστερά και να ο πρώτος απών. Ο θυρωρός της πολυκατοικίας. Ύστερα ο κλητήρας της μοναξιάς. Έγγραφα ασφράγιστα, ανεπίδοτα. Φαίνεται θα με ακολουθήσουν κι άλλοι. Γκάζια στον ουρανό από ασυνείδητους οδηγούς. Δεν τρομάζω, απεναντίας πεισμώνω. Άγγελοι παραχαράσσουν χαρτονομίσματα. Στο πλάι αχνοφαίνεται μια μπυραρία. Κόβω όσα περισσότερα λουλούδια μπορώ. Συνεχίζω να πλασάρομαι στα ενδότερα. Δυο στροφές ακόμα και τέρμα. Η προσέλευση συνεχίζεται. Παράσιτα, μικροφωνισμοί, αλλοιώσεις μνήμης. Αρχίζει να σκοτεινιάζει. . Περνάω την μπάρα και διασκορπίζομαι εξ ων συνετέθην. ********** Μην ανησυχείτε. Θα επανέλθω ως αγοραστής οπωροφόρων κήπων μέσα στη βροχή. Κι ούτε θα ξέρω το αντίτιμο. Θα περιμένω την άνοιξη να εκτιναχθεί, το φως να ξεβάψει. Οι παρακείμενοι φράχτες πρόβατα επί σφαγή. Τα νοήματα τρωτά, όπως οι εξορκισμοί που απέτυχαν. Μαθημένος σε δύσκολες προσπάθειες, τίποτα δεν με αγγίζει περισσότερο από μια σιωπή. Την ώρα που τα πλήκτρα του πιάνου απογειώνονται, μικροσκοπικοί χαρταετοί αυτομολούν, τζιτζίκια επαναπατρίζονται. Η απόφαση αναμένεται θορυβώδης. Για όλη την ανθρωπότητα ή τουλάχιστον για τις παρυφές της. Μια γυναίκα αλλάζει τα σεντόνια στο πατρικό μου δωμάτιο. Δεν διακρίνω ποια είναι. Στρώνει τα χαλιά, ανάβει το τζάκι. Ύστερα έρχεται καταπάνω μου και με αγκαλιάζει. Το καθημερινό της έργο αξιοζήλευτο, τα νεκρά κύτταρα που κουβαλάει την κουράζουν λίγο. Συρρικνωμένη νεότητα ή κάτι τέτοιο. Ανάμνηση σκέτο κουρελόχαρτο. Απόσταση συνήθως κρατά απ’ τον ύπνο, περιφράσσει τη φαντασία. Μην ανησυχείτε. Θα επανέλθει ως πωλητής ψυχών κι εγώ θα αγοράσω όλο της το εμπόρευμα. ********* Μεγάλη η πιθανότητα ατυχήματος. Η απουσία της ζωής επανακάμπτει, είναι τόσο βέβαιη για τον εαυτό της. Στα καταστήματα ρούχων δοκιμάζει όλα τα νούμερα. Αγοράζει τελικά τη μοναξιά, τη βάζει σε σακούλα. Ενσωματώνεται στο ανθρώπινο κοπάδι, ξανοίγεται μετά ίσαμε τη θλίψη. Χωρίς στοιχεία διευθύνσεως, χωρίς τη δέουσα προσήλωση στον στόχο. Η απόσταση ανάμεσα στη μεσότητα και στα δύο άκρα επαναπροσδιορίζεται. Σε μια άλλη διάσταση, ίσως να ήταν μαθηματικός, μπορεί και τυμβωρύχος. Τώρα σκάβει επιμελώς τον τάφο της. Η ομορφιά της πάντα υπερθετικού βαθμού, αρκεί να υπάρχει. Ειδάλλως καταγράφεται ως έλλειψη. Και δεν είναι λίγες οι φορές που εξέρχεται της αιθούσης αόρατη. Πηγή κάθε επικείμενης οφθαλμαπάτης. Προσεχώς θα καταγράψω λεπτομερέστερα το αποτύπωμα που αφήνει η σκιά της. Θα αποδώσω σε μελλοντικό χρόνο τις μεταμορφώσεις της. Ατημέλητη θα τη συλλάβω να ολισθαίνει στο άπειρο. Μέχρι να επιστρέψει στην αφετηρία, βέβαιη για τον εν δυνάμει αφανισμό της. ********** Πολύ πριν γεννηθώ, πήρα την απόφαση να μεταμορφώσω τον υλικό κόσμο σε μια καρικατούρα του σύμπαντος. Η Ιστορία της γης να διαβαστεί σαν χαρούμενο παραμύθι, οι μεγάλοι πόλεμοι να εκληφθούν ως ανέκδοτο. Η μουσική συνδράμει στην τελετουργία. Το ωρολόγιο πρόγραμμα της ζωής αλλάζει. Τα χρόνια αντικαθίστανται με φράουλες, η μοναξιά με αθωότητα νηπίου. Μεγάλα δέντρα εκτινάσσονται σαν ελατήρια από τις ρίζες. Ακολουθεί ενός λεπτού περισυλλογή. Θωπεύω τις τέντες που λιάζονται σε απροστάτευτο περιβάλλον. Με παίρνει ο ύπνος καθώς μετρώ τα πρόβατα. Προβαίνω σε πράξεις ολικής ανατροπής. Οι μετεωρολόγοι αναποδογυρίζουν τις προγνώσεις, η καθημερινότητα γαληνεύει. Όταν ξυπνώ οι κοιλάδες είναι εύφορες, ζω μια πεμπτουσία του χρόνου. Φαίνεται από το ανοιχτό παράθυρο η θάλασσα, ο ήλιος δίπλα φορώντας ψάθινο καπέλο. Παρελαύνουν απτόητα τα μαιευτήρια και οι παιδικοί σταθμοί. Απλώνεται τάπητας ασφαλείας των ονείρων. Επιστρέφω στην αρχική μήτρα και περιμένω τον τοκετό. Το νεογέννητο δεν θα λογοκριθεί, το υπόσχομαι. Άλλωστε το είπαμε στην αρχή, μια μεταμόρφωση είναι, τίποτα παραπάνω. *********** Επί του παρόντος χαλαρώνω. Ανυπέρβλητα τα εμπόδια της ζωής, πανύψηλα τα τείχη της μνήμης. Η Ιστορία ξαναγράφεται με ερωτηματικά. Για γεγονότα δεν γνωρίζω, τουλάχιστον είμαι ειλικρινής. Η πορεία του σώματος αγνοείται, μονάχα κάτι πατημασιές στο σκοτάδι. Ό,τι αγάπησα έχει συντελεστεί και δεν επιστρέφει. Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα αναψηλάφησης, δεν χωράνε εδώ διαμεσολαβήσεις. Προτιμώ να με πνίξει το ρέμα παρά να κολυμπήσω στον βούρκο. Αποπεράτωσα καινούργια γραφή και δεν μετανιώνω. Ανώτερες δυνάμεις ανέλαβαν την αναδόμησή μου. Δεν έχω μεταφραστεί σε καμιά γλώσσα, δεν ξέρω να μιλάω. Μονάχα να ξεστομίζω φλυαρίες μεγατόνων. Εδώ μέσα οι ήχοι της βρύσης μπερδεύονται με τη σιωπή. Μικρά δρώμενα διαταράσσουν την καθημερινότητα. Φαίνεται να οπισθοχωρούν οι ισορροπίες. Άλλωστε από πού να κρατήσεις αποστάσεις; Είναι τόσο δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης. Διάττοντες αστέρες επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό μου. Στο μεσαίο δάχτυλο όλη η παραβατικότητα της σκέψης. Σταχυολογώ τις δυνάμεις μου, επανακτώ τις αισθήσεις μου. Απλώνω την παλάμη μου και αυτοκαταργούμαι. ********** Κάποτε πρέπει να κοιταχτούμε βαθιά. Να αδρανοποιήσουμε τη στιγμή και τα παρελκόμενά της. Τα λάθη να εκλείψουν διά παντός, όπως και το ψέμα. Οι αποφράδες μέρες να οριοθετηθούν, η φύση να ανακάμψει. Η ευτυχία να ιδωθεί υπό το πρίσμα του αυθόρμητου. Χιλιάδες έφηβοι να σκαρφαλώσουν στα βουνά, να ερωτοτροπήσουν με τα έλατα. Η παγωνιά να διαγραφεί από τον κατάλογο των καιρικών φαινομένων. Ο άνεμος να φορέσει ωτοασπίδες. Η αγάπη να ανάψει μια μικρή φωτιά και να καθίσουν δίπλα της οι απόκληροι του κόσμου. Μόνο τότε θα ακολουθήσει ο πιο γόνιμος τοκετός. Οι δρόμοι θα αποκτήσουν ξανά την κανονική τους ροή, τα αυτονόητα θα παγιωθούν. Η πλάστιγγα θα γείρει με το μέρος του ρεαλισμού, το ανέφικτο θα εξοβελιστεί. Έμεινα ενεός να κοιτώ τα μάτια σου. Ένας κήπος με παρτέρια ρούφηξε την αθωότητά σου. Το άρωμα των φυτών την ώρα της τελετουργίας. Αν καταφέρεις να βγεις ζωντανή από αυτό το σκηνικό, με τις αισθήσεις σου γυμνές, θα έχεις κάνει μια σημαντική επένδυση για την αθανασία. Ειδάλλως θα επιστρέψεις στη φυλακή κι εγώ μαζί σου θα περιχαρακώνομαι στον εγκλεισμό σου. ********** Τελευταία είμαι ανήσυχος. Διευθετώ τη φυλακή μου με τάξη. Στρώνω το κρεβάτι τα χαράματα, μετρώ για δευτερόλεπτα το φως που μπαίνει από τις γρίλιες. Διαβάζω τις χθεσινές εφημερίδες, προσδίδω στα γεγονότα διαχρονικότητα. Κλωνάρια στίχων κρέμονται από τη βιβλιοθήκη. Περιγράφω το δωμάτιο, λες και είναι ενδιαίτημα ενός ασκητή. Θα μπορούσε βέβαια, με τόση μοναξιά που κουβαλάει. Να χαράζεις τη ζωή στους κορμούς των δέντρων και να βρίσκεσαι παγιδευμένος σε τέσσερα τσιμέντα. Το δέρμα της ηλικίας σαπίζει, η ιστορία του καθενός είναι μοναδική. Και πάντα σβήνει την προδιαγεγραμμένη ώρα. Συνεχώς το σκηνικό ανανεώνεται με καινούργιους ενοίκους. Φρεσκοξυρισμένοι χτυπούν το κουδούνι. Ο αέρας βρυχάται. Κάποιος πυροβολεί, τα σκάγια παίρνουν κι εμένα. Σε δύο χιλιετίες το δωμάτιο θα είναι ακόμη στη θέση του. Τα ίχνη μας θα έχουν κονιορτοποιηθεί, θα πασπαλίζουν με αυτά τις γλάστρες. Οπωροφόρα δέντρα κάτω από το κρεβάτι, αμυγδαλιές στο ταβάνι. Η παρέλαση γεγονότων θα συνεχίζεται, μικρών και καθημερινών. Για τα μεγάλα δεν έχω σαφή εικόνα. Δεν ήμουν ποτέ στην κορυφή. Γραφειοκρατικές συναλλαγές διεκπεραίωνα, άλλοι ήταν οι αρμόδιοι. Θα πρέπει να ειπωθεί και κάτι ακόμη. Δεν τελειώνουν όλα κάποτε, τουλάχιστον για τους αδικημένους. Γι’ αυτούς η πόρτα θα είναι ανοιχτή, να μπαινοβγαίνουν χωρίς κανέναν περιορισμό. Επομένως μην ανησυχείτε, δεν χανόμαστε. *********** Πέριξ των γεγονότων υπάρχει ένα σταθερό σημείο. Εκεί συγκλίνουν όλες οι ιδεολογίες. Η σκέψη μεταμορφώνεται σε καρποφόρο κήπο, γύρω αμπέλια περιφράσσουν το τοπίο. Η γραφή έρχεται ξεκούραστη και αποχωρεί ιδρωμένη. Ώσπου να εμφανιστεί το τελικό κείμενο, μεσολαβούν ανακατατάξεις. Γραμμάτων ή και ολόκληρων σειρών. Η ιστορία της ανθρωπότητας πάντα επιφυλάσσει ανατροπές. Χρονολογίες μετατίθενται, κοινωνίες αλλάζουν πορεία. Σβήνουν τα πάντα και ξανανάβουν, τίποτα δεν μένει κρυφό. Τότε είναι που η ζωή μοιάζει με κινούμενη άμμο, ασταθής και ανισόρροπη. Ενίοτε παίρνει τα πάνω της, άλλες φορές αυτοκαταστρέφεται. Συνήθως ευδοκιμεί στην άβυσσο, απεχθάνεται τη φωτοχυσία. Κάπου στον κόσμο ξημερώνει, τα δέντρα το επιβεβαιώνουν. Ρίχνω στο πρόσωπο νερό, βάναυσα σκουντώ το ελάχιστο όνειρο. Δεν μου χρειάζεται έμπνευση, την έχω προ πολλού απωλέσει. Επικεντρώνομαι πάλι στα καθημερινά γεγονότα. Περνάει το τρένο την ίδια πάντα ώρα. Γι’ αυτό και παραμένω ίδιος, επί του παρόντος δηλαδή. Εξαρτάται από τη μετωπική σύγκρουση. *********** Εγώ πάντως δεν βλέπω καμία διαφορά. Οι αισθήσεις παραμένουν ακλόνητες, ο ουρανός μια διάφανη μάζα σιδερικών. Φτάνει να μπορείς να το αιτιολογήσεις. Είτε προσδίδοντας στα φαινόμενα ψυχική διάσταση είτε πέφτοντας από τα σύννεφα χωρίς αλεξίπτωτο. Ο χρόνος θα σαρώσει όλες τις αμφιβολίες, ο αέρας θα εγκαθιδρύσει αποικίες εντόμων. Η διάσπαση του πυρήνα του ατόμου οριοθετεί τη θραύση των παγόβουνων. Μην ανησυχείτε για τις πιθανές παρενέργειες. Μπορεί να σας παίρνει πιο δύσκολα ο ύπνος και να χρειάζεστε κάμποσα παραμύθια. Εκείνο που τελικά μετράει είναι να μην αισθανόμαστε τύψεις. Να μην ξεχνάμε τον προορισμό μας έστω και ανύπαρκτοι. Είναι μαγεία να βλέπεις το σύμπαν να περνάει ξώφαλτσα κι εσύ να το σνομπάρεις επιδεικτικά. Εν αγνοία μου γεννήθηκα υποτονικός. Γύρω μου επηρμένοι αστέρες πάλλονται βγάζοντας μεταλλική κραυγή. Κάποτε θα σωπάσουν, όταν εγώ θα απέλθω. Βροχερές Κυριακές μετακυλίουν την υγρασία τους στην αιωνιότητα. Τάπητας αεροδρομίου απλώνεται οριζόντια στην άλλη ζωή. Λάμες ξυραφιών ακονίζουν τη γύμνια τους. Όλα αυτά τα λέω χωρίς κανένα προσχέδιο, μου αρκεί το ακαταδίωκτο της γνώμης. Κι ένας ατσάλινος φάρυγγας να την εκστομίσει. *********** Έχουμε ξαναβρεθεί, δεν είναι η πρώτη φορά. Από παιδί ήμουν φειδωλός με τις συμπτώσεις. Ώσπου εμφανίστηκε μπροστά μου ένα ερωτικό ποίημα. Δεν το διάβασα, το άφησα να περιμένει. Με διάβασε όμως εκείνο, με όλη την τρεμάμενη φωνή ενός πρωτόβγαλτου κοριτσιού. Έκτοτε τοποθετούμαι εν αγνοία μου σε λευκές σελίδες βιβλίων αλλά και σε ανθηρά σώματα του Μαΐου. Με διατρέχει μια ακαθόριστη ευαισθησία όταν κατασυντετριμμένος κοιτάζω τον ήλιο. Σύμπτωμα μιας προϊούσας φθαρτότητας της φύσης, εν αναμονή του καλοκαιριού. Μετά ανοίγω τη βρύση και κολυμπώ στο κυανό. Μου χρειάζεται λίγος ακόμα αέρας για να ευδοκιμήσει το σκηνικό. Και ο φλοιός του κορμιού σου που αδημονεί. Λίγο ακόμη και θα πω ότι το άλωσα. Αυτά είναι τα αποκυήματα της γραφής. Οι αίθουσες των δικαστηρίων με περιμένουν να απολογηθώ για τις υπερφίαλες σκέψεις μου. Έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη των εραστών εξ ου και οι συνέπειες. Διακριτικά προσπερνώ τα τετριμμένα και υπεισέρχομαι στην ουσία. Περιμένω μια απόφαση δικαίωσης, μια πινακίδα στη στροφή του δρόμου. Να κατευθυνθώ οπουδήποτε, εκτός από τη φυλακή σου. *********** Κατά τ’ άλλα, προπονούμαι καθημερινά στην υφαρπαγή του σύμπαντος απ’ τα χέρια μου, στην ανεξαρτησία της γραφής μου. Κι όσο η σκέψη λερώνεται από τα εγκόσμια, άλλο τόσο ξετυλίγεται το κουβάρι της ζωής. Σε χρόνο αόριστο είναι αλήθεια, πού να βρεθούν οι ενεστώτες τέτοιαν εποχή; Για το μέλλον ούτε κουβέντα. Αυτό κλειδαμπαρώνεται στο σπίτι και περιμένει τον σφαγέα του. Ξάφνου οι χρονικοί προσδιορισμοί εκπίπτουν, αλλάζει πλεύση ο αναμενόμενος πνιγμός. Και στην επιφάνεια του τοίχου ένας διακόπτης απασφαλίζει. Κατακλυσμός φωτός, έστω και τεχνητού. Θεωρίες αλλάζουν προσκέφαλο, λεκτικά ρήματα συμπορεύονται με την αφωνία. Κάθε στιγμή ασυνεννοησίας ευπρόσδεκτη. Μετέωρο το βήμα του καιρού, εξοστρακίζεται στο τίποτα κι όμως αντέχει. Ποιος είμαι εγώ που θα ελέγξω τη μοίρα; Μαθαίνω στην ένδεια των πετρωμάτων, ωθώ την έλλειψη σε αναστοχασμό. Δριμύς ο πέλεκυς της απουσίας και στο βάθος οι επίγονοι περιμένουν. Να διασκορπιστούν κι αυτοί στο άπειρο, στα μέρη με τα σύσκια πλατάνια. Να ακτινοβολήσουν θάνατο και αδόκητο χαμό. Όχι πως θα τρομάξουν, είναι συνηθισμένοι σε τέτοιες απώλειες. Μονάχα τα αποτυπώματά τους που θα σβήσουν, αυτό φοβούνται. Όπως και τις νέες γενιές που τους περιμένουν στη γωνία. *********** Μπορεί η καμπύλη του απομένοντος χρόνου να ωρύεται για να την ισιώσω, όμως εγώ δεν ακολουθώ την πεπατημένη. Αφήνομαι στο ψηλάφισμα των ορεινών όγκων και στην επανεμβάπτισή μου στη θάλασσα. Αιωνίως θα ακρωτηριάζομαι στο φως και στιγμιαία θα ακτινοβολώ στο σκότος. Ο κήπος θα απλώνεται μέχρι το Σύνταγμα, στις διαδηλώσεις των φοιτητών. Η εξουσία, ανήμπορη να παραδεχτεί την τύφλωσή της, πάντα θα εφευρίσκει τρόπους θέασης της επόμενης μέρας. Και πάντα θα υποσκελίζει την αντίσταση των μαζών. Η τελειότητα θα κηρυχθεί έκπτωτη, η φθορά μια συνεχόμενη πανωλεθρία. Ερείπια σε μεγεθυντικό φακό, κινδυνεύουν να σπάσουν κι άλλο. Χτυπώ τα πλήκτρα του πιάνου, εξασκούμαι σε δύσκολες συνθέσεις. Όλα χωράνε σε μια μουσική νότα για να χωνεύεται τα βράδια η βαρυστομαχιά του εγκεφάλου. Συμπτώσεις εδώ δεν χωράνε, ούτε και ντροπαλότητες. Στο μυαλό του καθενός διαμορφώνονται οι συνθήκες σφαγής του. Ο κόσμος εκρήγνυται από ένα τυχαίο συναίσθημα, χωρίς καμιά προετοιμασία. Συνοικίες ολόκληρες σφύζουν από μοναξιά και ασφυκτιούν από λάμψη. Υπάρχουν πάντα υποκατάστατα της συνήθειας. Τα βρίσκεις ακριβότερα στα φαρμακεία παρά στην παρανομία. Και με πόση πραότητα γίνονται οι δοσοληψίες. Ευγενικά και σε αργούς ρυθμούς. Γιατί στην άλλη πλευρά της πόλης δεν γράφονται πια ποιήματα. Μονάχα εκπυρσοκροτήσεις ακούγονται αυτών που εγκαταλείπουν τα εγκόσμια. *********** Φαντάσου να υπήρχαν αναγνωστήρια καταμεσής του χάους. Να διαβάζαμε ανάσκελα λίγο πριν τη μεταθανάτια τιμωρία. Περαστικές να ήταν οι ιδεολογικές συγκρούσεις. Άλλωστε ποιος θα είχε διάθεση για τέτοια πριν την εκτέλεσή του με τουφεκισμό; Παραδόξως δεν πενθώ πια. Επιβιβάζομαι στο πρώτο ταξί και απομακρύνομαι. Τα δέντρα μετακινούνται από τη θέση τους. Προτιμούν άλλου είδους φαντασιώσεις, περισσότερο απτές. Η μετατόπιση δεν θα γίνει ορατή, μονάχα οι τυφλοί θα την καταλάβουν. Θα συντελεστεί ένα ακόμα περιβαλλοντικό έγκλημα εκ προμελέτης. Επιτείνονται οι αποχωρισμοί αισθημάτων και νοημάτων. Κάποτε θα φανεί το μέγεθος της απώλειας, οι κραυγές θα είναι εκκωφαντικές. Προς το παρόν βερνικώνω κάτι παλιά υποδήματα, τους δίνω άλλη μια ευκαιρία. Να περπατήσουν με ελλειπτικά βήματα στο δύσβατο μονοπάτι. Μέσα από ερείπια και κοφτερές πέτρες. Το φθινόπωρο θα ξετυλίγεται ανάλαφρο, όπως και οι βροχές του. Ανέμελες και διακοπτόμενες. Ενδιάμεσα μερικές ηλιόλουστες μέρες. Θέλω να κοιταχτώ στον καθρέφτη αλλά φοβάμαι την απόρριψη. Μολονότι εξασκήθηκα ενδελεχώς σε τέτοια σενάρια. Φαίνεται τώρα καθαρά ότι ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Εκεί που γραπώνεται από τη σιγουριά, ξαφνικά χάνει την ισορροπία του και εκτινάσσεται. Τον περισυλλέγουν κάτι γέρικα άλογα και τον επαναφέρουν στην τάξη. Μικρά κομματάκια σοκολάτας τον δελεάζουν. Το τοπίο αποπνιχτικό, τα φουγάρα σε υπερένταση. Κάνω πως δεν τον γνωρίζω. Εκείνος με πλησιάζει και ξεκινά η ανάκριση. Το ίδιο σκηνικό εδώ και χρόνια, οι ίδιες ερωτήσεις. Όταν μπει ο χειμώνας, θα είμαι έτοιμος να του ανταποδώσω την έμπνευση για αυτά που γράφω. Και να του ζητήσω συγγνώμη για τη φλυαρία μου. *********** Εγώ στη θέση σου θα ξήλωνα όλες τις αντιξοότητες, θα έραβα τα σύννεφα διάφανα, θα καταργούσα τα ψιλόβροχα. Ώσπου να εμφανιστεί στον ορίζοντα το νέο φεγγάρι, φασκιωμένο σε πάνες. Ένας καινούργιος κόσμος από ψηλά σαν πολύχρωμος χαρτοπόλεμος. Νυμφεύομαι ό,τι βρω μπροστά μου. Από ροζ σφήκες μέχρι ουράνιες μέλισσες. Και δίπλα η θάλασσα να καταργεί τους πνιγμούς. Μια εξίσωση για μελλοντικούς λύτες, όταν εμείς θα έχουμε αποδράμει. Η πέτρα θα φοριέται κόσμημα στον λαιμό της απουσίας μας. Οι επαναστάσεις θα έχουν αλλάξει στόχους και ονόματα, δεν θα ξεβάφουν ποτέ. Προλαβαίνω να ενταχθώ στην εν δυνάμει λίστα τους. Άδικο να μη μετέχω, έστω και νοερά. Η ευτυχία ευδοκιμεί παντού, κυρίως στη μετά θάνατον εποχή. Εκεί υπάρχουν τα επιτυχή συνέδρια, η αρίστη υγεία. Δεν σημειώνονται ακραία καιρικά φαινόμενα, μονομερείς αποκλεισμοί. Το βάρος πέφτει σε μια μικρή χελιδονοφωλιά. Και τούτο σημαίνει επικράτηση του ανέφικτου. Μετά από τέτοιες σκέψεις είναι δύσκολος ο χειμώνας. Που καθώς προελαύνει ραγδαίως, συμπαρασύρει και την άβυσσο. Κατά βάθος δεν ήθελα να προκαλέσω αναταράξεις. Μονάχα μια υπενθύμιση να κάνω και να σιγήσω. Τα περαιτέρω ας τα αναλάβουν άλλοι, πιο ειδήμονες. ********* Φτάνει να μη χαθώ σε δαιδαλώδη σχήματα, πολύπλευρες εξισώσεις. Να μη συλλαμβάνω το κορμί μου σε χειμερία νάρκη και την ψυχή μου σε υποβόσκουσα ομηρία. Να μη φέρνω προσκόμματα στην πρώτη τυχούσα φωτοχυσία. Από τον Επίκουρο ως τον Καμύ να διατρέχω όλη τη φιλοσοφική οδύνη, να παίρνω μέτρα κατά του εφησυχασμού, να μην επαναπαύομαι στην αοριστία. Όλοι οι υποχθόνιοι ενδοιασμοί να περιπέσουν στο χάος, ως μια παλιά βαριά κληρονομιά. Φθόγγοι αρκούντως ρωμαλέοι να γαντζωθούν στο πεπρωμένο και οι ανθοφορίες των αποχωρισμών να σιγήσουν. Να μη γίνονται αυτοχειρίες, οι άνθρωποι να ορίζονται ως το κραταιό προπέτασμα του ρεαλισμού. Πρώτη και καλύτερη η θάλασσα να κυριαρχήσει επί του αισθητού, να την ακολουθήσουν τα ξαδέρφια της τα ποτάμια. Το ηλιοβασίλεμα να παρίσταμαι στην άκρη του γκρεμού, αποθεώνοντας τα αχανή ύψη. Κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου να κάνω και διαλείμματα, όπως να ισιώνω πέτρες ή ακανόνιστα αντικείμενα. Υπάρχει πάντα ένα όριο, αυτό που σε προφυλάσσει από τις καταχρήσεις. Θα το βρεις μέσα στον ουρανό ή και στις φυσαλίδες του ανέμου. Το νερό που κατακρημνίζεται στην άβυσσο έχει διέλθει από τα βουνά, την ώρα της πρωινής έγερσης. Τερματίζει πρόωρα το ιστορικό πλαίσιο του μεγάλου περιπάτου. Χωρίς δική μου ευθύνη, μάλλον από υπερβολική ματαιοδοξία των κρατούντων. Το κύμα υποτονθορίζει, ο βυθός συνάπτει ακούσια άλματα προς την επιφάνεια. Το δικό μου μερίδιο ας θεωρηθεί μηδαμινό, άλλοι ας καρπωθούν την επιτυχία. Άλλωστε η μόνιμη κατοικία μου δεν ήταν ποτέ εδώ, ανέστιος ήμουν ως επί το πλείστον. Τα φλας των φωτογράφων επιμηκύνουν την ταλαιπωρία. Η σκέψη γίνεται ένα μικρό ανυποψίαστο μωρό, έτοιμο για υιοθεσία. Μπορεί λοιπόν να ξαναγραφεί από την αρχή η Ιστορία, με καθόλου ή ελάχιστα χάσματα. Α! και με λίγο περισσότερους τοκετούς αποδημητικών πουλιών. *********** Δεν είναι που η νύχτα καταπραΰνει κάπως την αμηχανία, ούτε που η φωνή μου ίπταται πέριξ των μαλλιών σου. Είναι που η μετατόπιση της ομορφιάς κατέστη αμετάκλητη. Τίποτα δεν είναι πιο ελάχιστο από την υποβόσκουσα πλεονεξία της σιγουριάς, όταν μάλιστα εκτίθεται δημοσίως. Γιατί και ο έρωτας απέχει παρασάγγας από τον εαυτό του, έτσι που να μην μπορεί να αυτολογοκριθεί. Θα μπορούσε βέβαια να είχε παρακαμφθεί ο αυθορμητισμός, να επικρατούσε η απόλυτη νοησιαρχία. Αλλά και τότε θα αρκούσε ένα πέταγμα πουλιού για να ανατρέψει το σκηνικό. Στο μυαλό του καθενός περιμένει ένας κήρυκας για να αρχίσει τις νουθεσίες. Ξεκινώντας από τις καθημερινές σου συνήθειες, είναι ικανός να ανασκευάσει όλο σου το οικοδόμημα. Τα πιο θαυμαστά πράγματα είναι πια θέμα επικοινωνίας. Σβήνουν τα νοήματα και υποκαθίστανται με λέξεις. Τέλος πάντων ας μη μακρηγορώ για ζητήματα χιλιοειπωμένα. Προέχει να ξημερώσει, να κάνουμε καταμέτρηση απωλειών. Να ακούσουμε των αγαλμάτων τις ομιλίες. Τα πάθη που εκπορεύονται από χαλασμένα σύρματα. Να ξαναγραφτεί η πραγματικότητα όπως την εκλαμβάνει ο καθένας κι όχι όπως του την υπαγορεύουν οι επιτήδειοι. Παίρνω τα φιλιά σου και φεύγω. Από την πίσω πόρτα, μην εκτεθώ στη γειτονιά. Ψιλοβρέχει, κίτρινα φύλλα και διωγμοί. Εκτελεσμένες μέρες από σκάγια λαθροκυνηγών. Τα απορριμματοφόρα συμπεριφέρονται σαν παιδικά παιχνίδια. Ένας κόσμος που δεν έμαθε από καταστροφές. Γι’ αυτό κι εγώ αλλάζω διεύθυνση, μετακομίζω. Και δεν επιτρέπω σε κανέναν να με θεωρεί ποιητή. ********** Μπορεί να φαίνομαι κατώτερος των περιστάσεων όταν απομακρύνομαι από την αλήθεια, όμως το ψέμα ποτέ δεν ήταν μια εύκολη απόρριψη. Ειδικά όταν επρόκειτο να τετραγωνιστεί το σύμπαν. Μόνο στις εικαστικές τέχνες ίσως να σωζόταν η κατάσταση, αλλά κι εδώ με προϋποθέσεις. Τέλος πάντων ας αφήσουμε την Ηθική να βρει τον δρόμο της κι ας μεταφερθούμε στους αρχαίους τάφους. Να προετοιμαστούμε λίγο για τη δική μας μεταθανάτια εμπειρία μέσω της μνήμης. Χωρίς αργυραμοιβούς και λοιπούς επιτήδειους, με μοναδικό γνώμονα τη μοναξιά εκείνης της στιγμής. Κι από πάνω ο ήλιος να εφορμά κατακόκκινος μέσα στον χειμώνα. Εκρήξεις να ακούγονται συνεχώς, παραπετάσματα να κατακρημνίζονται. Ο αέρας να σαρώνει φυλακές και αναμορφωτήρια, η υπομονή να πνίγεται στην καταβύθιση του χώματος. Αν αντέξουμε θα ακυρώσουμε άλλες αυτοχειρίες, άλλους «καιόμενους». Κάποτε θα αναζητήσουν το βιογραφικό μας μέσα στις στάχτες. Μην ανησυχείτε, πάντα θα υπάρχουν υλικά άθικτα μετά από τυχαίες αναζωπυρώσεις. Κάθε βουνό και μια ογκώδης ανάφλεξη και μετά το νερό των πυροσβεστικών αεροπλάνων. Με μια τέτοια εικόνα, δεν έχουμε να φοβόμαστε ούτε σκυλευτές ούτε τυμβωρύχους. Μονάχα το ευμετάβολο της ανθρώπινης ύπαρξης που μας κατατρύχει και δεν μας αφήνει να εποπτεύουμε τη μακροημέρευσή μας. *********** Αλλά ο ήλιος ποτέ δεν ήταν αυτό που ήθελες να βλέπεις, μονάχα ξαφνικές λιακάδες μέσα στο καταχείμωνο και μετά ολόκληρη η ανθρωπότητα στο σκοτάδι. Ψιλόβροχο και ακατέργαστη μελαγχολία. Θαυμάσια ήταν ως εδώ, χορτάσαμε από χαμένες ευκαιρίες, αντινομίες και καμπύλες γραμμές. Επενδύσαμε στην πικρία του απογεύματος, σε δωμάτια χωρίς τοίχους. Έξω τα παιδιά αναμόχλευαν την αθωότητά τους, σάρωναν τους αιώνες με ακατάληπτες λέξεις. Φθόγγοι περνούσαν από τον ορίζοντα σαν αυτοκινητοπομπή. Η Ιστορία διέγραφε κύκλους πάνω απ’ τα κεφάλια τους, χάραζε προσεκτικά το παρόν. Υπέγραφαν άπαντες μια μελλοντική καταδίκη που όμοιά της δεν είχε προηγούμενο. Η βρύση έτρεχε συνέχεια, ο τενεκές ευωδίαζε. Δεν με συμφέρει να συνεχίσω, δεν υπάρχουν εγγυήσεις για εχεμύθεια. Μονάχα ριπές ανέμου που επιδεινώνουν την κατάσταση. Η ευτυχία κρατούμενη σε κελιά υψίστης ασφαλείας. Προσκομίζω πιστοποιητικό ψυχικής υγείας, δίνω τη διεύθυνσή μου στα πουλιά. Να έρχονται ακατάλληλες ώρες να με ιχνηλατούν. Κι εγώ να κρύβομαι σε ένα κουρελιασμένο χακί μπουφάν, μη αναγνωρίσιμος και επικίνδυνα αποκομμένος από τον περίγυρο. Θα χρειάζονταν ώρες να εκθέσω τις απώλειες που με κατατρύχουν ή να αφηγηθώ τα πράγματα με το όνομά τους. Ο χρόνος άλλωστε έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες, μην τον ταλαιπωρώ περισσότερο. Επί του πρακτέου λοιπόν, μεγαλώσαμε. Κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό συμπέρασμα. Τα υπόλοιπα, συνιστώσες του φόβου μας που αργά ή γρήγορα θα εκπυρσοκροτήσει. Και τότε τα διλήμματα θα μοιάζουν κίβδηλα κι ο ήλιος, ακόμα κι ο χειμωνιάτικος, ένα δρώμενο σε άδειο αρχαιοελληνικό θέατρο. ************* Διαβάζοντας για τις ατασθαλίες της φύσης, τα ασουλούπωτα φεγγάρια του καλοκαιριού, θυμήθηκα τα γεγονότα του βίου μου, πώς έπαιρναν σχήμα ανάλογα με την ιδιοτέλεια της στιγμής. Σε θέση περιωπής επόπτευα την ακαταστασία του σύμπαντος, έδινα συγχωροχάρτι σε όλα τα σαρκοφάγα πουλιά. Η γάτα εκλιπαρούσε για χάδια, ο ουρανός για ασφαλείς πτήσεις. Άλλοτε πάλι οι επαναστάσεις με ξεπερνούσαν, τα γυαλισμένα σύννεφα ήταν έτοιμα να σπάσουν. Οι μεγάλες αλήθειες αποκαλύπτονται εκ των υστέρων, όταν ο άνεμος έχει πια κοπάσει. Τότε τα δωμάτια απεκδύονται τη μούχλα τους, ανάβουν κεριά για να φωτιστούν. Πολιτείες ολόκληρες καταρρέουν, ανασυντάσσονται οι ιδεολογίες. Η ανεμελιά της προηγούμενης ζωής δίνει τη σκυτάλη στη μοναξιά, να επιληφθεί αυτή του τέλους. Άλλο οι σημαιοστολισμένοι δρόμοι κι άλλο τα σκοτεινά περάσματα. Διαφορετικό το χαμόγελο μιας πεταλούδας και διαφορετικό μιας μέλισσας. Οι εκρήξεις στο βάθος της μνήμης συνεχίζονται. Τα εικοσιτετράωρα δεν προλαβαίνουν να εκκενώνουν στιγμές. Τα ποιήματα κι αυτά σε επικίνδυνη ακροβασία με τον προελαύνοντα χρόνο. Τυγχάνει να τον γνωρίζω καλά, ήμουν οικότροφός του. Ξημερώνει και γράφω για πράγματα αδιέξοδα, χωρίς να λογαριάζω το τίμημα: μερικές κατραπακιές πραγματικότητας και κάτι μετέωρα συμφωνητικά. Δεν έχω αλλάξει από τότε, όταν δεν γνωριζόμουνα. Και τώρα που με ξέρω καλά, πάλι τα ίδια κάνω. Η ιστορία του κάθε ανθρώπου όχι απλώς επαναλαμβάνεται, αλλά εν τέλει ταυτίζεται. Πριν τη γέννηση και μετά τον θάνατο. Για το ενδιάμεσο δεν έχω άποψη, μόνο γεγονότα να μετρώ. *********** Παραδίπλα ο ήλιος μοιάζει με κλεφτοφάναρο, δίπλα του συναθροίζονται αλκοολικά άστρα, η λογική αυτοκαταργείται. Οι αναρίθμητες συσπάσεις του Αυγούστου στις παραλίες της Αίγινας, η έκρηξη που ακολούθησε και ο αιφνίδιος αποσυντονισμός. Και πρέπει να ήταν μεγάλο το ωστικό κύμα, να πήρε παραμάζωμα τον Σαρωνικό. Υπάρχει πάντα και μια δεύτερη ανάγνωση, τελείως αντίθετη από την πρώτη. Να ήταν ο Ειρηνικός ωκεανός καμουφλαρισμένος. Και να κρατούσα στο χέρι ένα αμπέλι με τις στητές ρώγες του. Όλα αυτά σε ένα τοπίο ανήσυχο, ανώριμο, χωρίς μακιγιάζ. Μονάχα το κωδωνοστάσιο ηχεί και στενάζουν τα όρη. Δεν έχουν τέλος οι κλυδωνισμοί, των ιδεών και της μνήμης. Θέλει γερά αντανακλαστικά για να επιβιώσεις. Εκτός κι αν σε μεταφέρουν τα ασθενοφόρα από τη γη στον ουρανό και το αντίστροφο. Η μαγεία της μεταφυσικής στιγμής, η άπνοια μέσα στα πεύκα και το ουρλιαχτό μετά στο σπίτι. Όπως επίσης ο μετεωρίτης που εξόκειλε σ’ ένα καταπράσινο τοπίο. Πλησιάζουν τα γεγονότα με κρότο. Αν τα αγνοήσεις, σου επιφυλάσσουν τιμωρία, αν τα υιοθετήσεις, κινδυνεύεις με αφανισμό. Μένει ωστόσο να διευθετηθεί ο άνεμος που θα μας αρπάξει. Αριστερόστροφος ή δεξιόστροφος, αδιάφορο. Κυρίως μετράει το αποτέλεσμα, που στην προκειμένη περίπτωση είναι μη αναστρέψιμο. ************ Η αναδίπλωση συνεχίζεται. Το μόνο που δεν αλλάζει είναι το σκοτάδι και οι λέξεις που το συνοδεύουν. Τα βράδια ακρωτηριάζω τη μνήμη, περιφρουρώ το παρόν. Μιλώ για πράγματα αναλώσιμα, για τη μετριότητα των εποχών, την απουσία οραμάτων. Χρησιμοποιώ όλα τα διαθέσιμα μέσα που με οδηγούν στην αμφιβολία. Κι όταν ανασυντάσσομαι στις πέντε τα ξημερώματα, έχει ήδη παρέλθει το αυτόφωρο. Τότε είναι που βγαίνω στους δρόμους αιμόφυρτος και στοιχίζομαι πίσω από τις κολόνες. Μικροί δορυφόροι προσγειώνονται στην αυλή μου, εντείνεται το μεταφυσικό σύνδρομο. Χρειάζομαι μια ανησυχία εφησυχασμού, ένα αδιέξοδο σιγουριάς. Βέβαια, είναι νωρίς για οποιεσδήποτε συγκρίσεις ανόμοιων καταστάσεων. Μικρά σύννεφα εξαπέλυσαν βροχή, μεγάλα λόγια εγκλωβίστηκαν στον φάρυγγα. Πρέπει να ξαναγραφτεί η ιστορία της μνήμης, να ακυρωθούν οι προφητείες του μέλλοντος. Μια δεύτερη ευκαιρία να δοθεί στην πολυφωνία της σιωπής, να ηχήσουν επιτέλους τα κύμβαλα του τέλους. Κι όταν αρχίσει η αναπαραγωγή στιγμιότυπων της ζωής μου, εγώ θα έχω προ πολλού αποχωρήσει. Ζωντανός ή νεκρός, αδιάφορο. Τα ποιήματα θα στοιβάζονται στην ουροδόχο κύστη του ουρανού, μετά θα αποβάλλονται μαζί με τη βροχή. Τα καταστήματα θα εξακολουθούν να πωλούν ομπρέλες, τα παιδιά θα ψηλώνουν επικίνδυνα. Στενοί συγγενείς δεν θα υπάρχουν, παρά μόνο τεράστιες εκτάσεις μοναξιάς. Κάπου θα συνεχίζεται το έργο, ερήμην ημών και υμών. *********** Κάποια δώρα έμειναν ανεπίδοτα, κάποια άλλα παραδόθηκαν σε λάθος διεύθυνση. Πενθώ την απώλειά τους, τα λάφυρα που έχασα. Νυχτώνει στα εξογκώματα της μνήμης, στις παρυφές του απροσπέλαστου. Όλα μου είναι άγνωστα, τίποτα δεν εμπέδωσα μέσα στα χρόνια. Μονάχα την ικανότητά μου να παρεισφρέω στα έγκατα των διαψεύσεων και να προπορεύομαι γυμνός μέσα στην απεραντοσύνη. Υποχθόνια αισθήματα προδικάζουν το τέλος, αυτό που δεν θα έρθει απρόσκλητο αλλά μέσω παρατεταμένης σκοτοδίνης. Όπως και να ‘χει η οξύτητα της μοναξιάς παραμένει ανεξερεύνητη, κυρίως τις ώρες της περισυλλογής. Τότε ξεπηδάνε από το χαρτί τα θλιμμένα ποιήματα που με διατάζουν να τα ακολουθήσω. Τεράστια κύματα σκεπάζουν το χαρτί, νομίζω πως εξόκειλα στην άβυσσο. Κι όμως βρίσκομαι ακόμη στο δωμάτιο, δίπλα στη θερμάστρα. Νερά κυλιόμενα μπαινοβγαίνουν, αέρας βρόμικος με καταπνίγει. Υπερπηδώ τα εμπόδια και σε πλησιάζω κι άλλο, χωρίς να ξέρω την έκβαση ούτε εσένα. Πένομαι από λέξεις που να σε περιγράφουν. Νομοτελειακά θα σε ξανασυναντήσω μέσα μου, όταν η σάρκα απεκδυθεί την αθωότητά της. Γιατί ήσουν πάντα το αμαρτωλό alter ego μου και το παραθυράκι της πιο γλυκιάς αφροσύνης. Ασχέτως αν τα δώρα σου έμειναν ανεπίδοτα ή παραδόθηκαν σε λάθος διεύθυνση. ************ Η άνιση μάχη με τον χρόνο, τα άβολα δευτερόλεπτα που στριγγλίζουν στο ρολόι, ο κατακερματισμός κάθε ίχνους αξιοπρέπειας. Τυγχάνει να γνωρίζω τα γεγονότα, ήμουν παρών όταν ξημέρωνε σε μια ερημική παραλία, στην άκρη του πουθενά. Πάνω μου έκραζαν πουλιά, παρατηρώντας με χειρουργική ακρίβεια τις κινήσεις μου. Επί του παρόντος σωπαίνω, θέλω να διαφυλάξω με ευλάβεια τη μνήμη. Ο ουρανός έτρεχε με αργή ταχύτητα, προλάβαινα να τον αποκρυσταλλώσω. Οι μετέχοντες στον αιώνιο ύπνο άρχιζαν να δυσανασχετούν, νόμιζαν ότι τους έπαιρνα τη θέση. Πανύψηλα πεύκα με λοιδορούσαν για την αμφισημία των λόγων μου. Πότε εκ του ασφαλούς αγορεύοντας, πότε κρυμμένος πίσω απ’ τα κύματα. Μια ακατέργαστη μουσική διασάλευε το σκηνικό. Από παιδί είχα την τάση του μονολόγου. Να σνομπάρω τη ζωή και τον μαγικό της περίπατο. Χρειάστηκε προσπάθεια για να έρθω στα ίσια μου και τώρα που σας μιλώ, ακόμη δεν ξέρω πώς τα κατάφερα. Κι όταν φύγω, θα είμαι ανοιχτός για όλες τις προκλήσεις. Βέβαια θα είναι αργά για νέους ρόλους, αλλά έτσι συμβαίνει πάντοτε. Η αιωνιότητα θα σταθεί αντίκρυ και θα παζαρεύει το σώμα της. Θα αρνηθώ κι έτσι ατόφιος και αποσυνάγωγος θα βαδίσω τον τελευταίο δρόμο. Μετά θα κοιταχτώ στον καθρέφτη. Χωρίς πρόσωπο και σώμα θα εκπέσω στην άβυσσο με γδούπο. Δύσκολο σκηνικό για απαθανάτιση. Δύσκολο τέλος ενός ανεπιθύμητου ποιήματος. *********** Φεύγουμε καθημερινά, κοπάδια ανειδίκευτων πλασμάτων. Άλλοι φορώντας ψάθινα καπέλα κι άλλοι κρατώντας μια παλιά φωτογραφία. Στον δρόμο συναντάμε πουλιά, αρώματα από γνώριμα βράδια και μια κομματιασμένη πανσέληνο. Ρολόγια περικυκλώνουν την πορεία μας, οι λεπτοδείχτες τους υποδεικνύουν το τέλος. Περνάμε ανάμεσα από αμπέλια με μαύρους καρπούς, πιο κάτω ανθίζουν μυρτιές και κυκλάμινα. Μικρά συννεφάκια ίπτανται σαν αερόστατα και συγκρούονται με το σκοτάδι. Εύκρατο το κλίμα εκεί και η γραφή ρέει άφθονη. Με υφαρπάζει η αοριστία της στιγμής και με τυλίγει σε μια λαμαρίνα. Όταν ξυπνώ είναι μεσάνυχτα, ένα ραδιόφωνο σπάει τη μονοτονία. Ο περιβάλλον χώρος δυστοπικός, στο βάθος διάσπαρτα μοναστήρια. Πηγές αναβλύζουν εκατέρωθεν, το νερό τους από καθαρό κρύσταλλο. Ο σκηνοθέτης αλλάζει τα πλάνα με άνωθεν εντολή. Τώρα ακούγονται μουγκρητά μηρυκαστικών, μυρίζει βαριά κλεισούρα. Η άνοιξη αποσύρει τις μετοχές της και επενδύει στην καταστροφή. Όποιος ρισκάρει σε ένα τέτοιο τοπίο, μάλλον υποβάλλεται σε τιμωρία. Κλέβω ακόμα μερικά δευτερόλεπτα και τα εναποθέτω στη μνήμη. Ανόθευτα και πηγαία, έτσι όπως τα αλίευσα προ ολίγου. Άπαξ και ξεκινήσω ένα ταξίδι, πολύ δύσκολα επιστρέφω. Ειδικά αν είμαι σε υπερδιέγερση. Και οι καιρικές συνθήκες επιτρέπουν την περαιτέρω διολίσθησή μου. Λοιπόν, νομίζω πως έκανα το χρέος μου, θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Επί του παρόντος, αφήνομαι στον εκτροχιασμό. Όταν επανέλθω, θα φυσάει και θα είναι φθινόπωρο. Ιδανική εποχή για καταμέτρηση απόντων. ************ Τίποτα δεν καταφέρνω καλύτερα από το να πετσοκόβω τον υλικό κόσμο. Όπως καταλάβατε η ιστορία επαναλαμβάνεται, ανάλογα με τη γωνία που την καταγράφεις. Ο υδράργυρος επιβεβαιώνει τον συλλογισμό μου. Κι όσο η στάθμη του ποταμού θα ανεβαίνει, όσο ο θάνατος θα αναπαράγεται, ενώ εγώ, αρκούντως ψύχραιμος, θα περιμένω την εκτέλεση των μελλοθανάτων. Ράκη απουσίας σε εφήμερη ανησυχία. Τα σκάγια πήραν ακόμα και τους δεσμοφύλακες. Φτύνω κουκούτσι βερίκοκου, διαισθάνομαι τη βέβαιη πτώση. Μάλλον μου χρειάζεται ένα ηρεμιστικό ανθώνων. Διατηρώ επιφυλάξεις ως προς το άρωμα. Συμπύκνωση πέντε διαφορετικών εκδοχών για την Τέχνη. Προτού αξιολογηθούν, ας ξεκινήσουμε να μιλάμε για βροχή. Ύστερα για τα είδωλά της και τελευταία για μουσική. Ίσως έτσι καταφέρουμε να επαναπροσδιοριστούμε. Κανείς δεν φαντασιώνεται περισσότερα από όσα μπορεί. Γιατί και το όνειρο έχει κάποιο όριο. Μυρίζει ομίχλη και τελεσίδικη νύχτα. Η απόφαση θα είναι οριστική, αρκεί να μην πελαγοδρομήσουμε στα αυτονόητα. Υπάρχει όφελος που μεταφράζεται σε ρευστότητα χρόνου. Κι αλήθεια, ποιος θα ενδώσει στη μακροημέρευση; Προελαύνουν τάγματα αχθοφόρων της θλίψης. Καταδιωκτικά αεροπλάνα τελευταίας γενιάς, ελέφαντες και χελώνες. Μου αρέσει το σκηνικό αλλά δεν το απομνημονεύω. Θα περιμένω μια ενδελεχή ανάκριση να μου γίνει. Έως τότε θα κοιτάζω τις παλιές λαμαρίνες που λιώνουν στο λιμάνι. Και σας εγγυώμαι πως θα τα βγάλω πέρα, τουλάχιστον όσον αφορά τη μνήμη. Για τα υπόλοιπα, σε άλλο βιβλίο. ************* Θαυμάσια ήταν τα νερά γύρω από το ακρωτήρι. Αμπέλια κατέβαιναν μέχρι τη θάλασσα, η γραφή επαναπροσδιόριζε τους στόχους της. Το εύκρατο κλίμα της ερημιάς, ο ούριος άνεμος που δεν μεταγλωττίζεται. Συμφέρει να υποστώ τόση ταλαιπωρία για ένα ψεύτικο σκηνικό; Εν τούτοις τα κίτρινα φύλλα με αποζημιώνουν. Κι ο ύπνος που έρχεται απρόσκλητος, διευθύνει την ορχήστρα. Τα άστρα μαρτυρούν το ανέφικτο του σκότους. Έτσι ο κόσμος θα εξακολουθήσει να ανθοφορεί, πιθανόν από συνήθεια ή από παρατεταμένη σιγουριά. Κι ένας Βοτανικός Κήπος θα ίπταται πάνω από την Οία. Οι δρομείς των υδάτων θα καταργούν τους κανόνες ναυσιπλοΐας, οι δείκτες των ρολογιών, ως εκ θαύματος, θα ανθίστανται στον χρόνο. Και το κακούργημα θα έχει συντελεστεί, όχι βέβαια για μένα. Μα για όλα τα υπόλοιπα εύπιστα ανδρείκελα του φωτός. Και κανείς δεν ξέρει τι θα επακολουθήσει. Γιατί ο ήλιος διαθέτει νευρώνες που εύκολα σπάνε. Τελικά η απώλεια δεν είναι και τίποτα σπουδαίο. Αρκεί να τη βλέπεις την ώρα της συντριβής. Κι αν τα βουνά περιορίζουν την ήττα, υπάρχει πάντα κρυμμένος στα δάση της πεδιάδας ένας ποταμός. Μια αταξία συνεχούς ροής της μνήμης. Αυτό είναι που φοβάμαι. Και τις βροχές που θα σκεπάσουν την ξηρασία. Χιλιάδες λέξεις θα βρεθούν να τις καταγράψουν. Και θα τις μεταφράσουν στη γλώσσα της μοναξιάς που τις νύχτες αγριεύει. Ως το πρωί που το αλφάβητο θα στερέψει και θα ξεκινήσει η καταμέτρηση των απόντων. ************ Μου πήρε χρόνια να αποφασίσω για την ποιότητα της αλήθειας. Τη στιγμή που ανακτούσα τις αισθήσεις μου, έβλεπα την καμπύλη της ζωής μου να μικραίνει. Πολύ πριν το πάρω απόφαση ότι θα βρεθώ σε μία τόσο παράξενη συγκυρία. Τα στάχυα ψηλώνουν και μετά θερίζονται. Στο προαύλιο του σχολείου τώρα ερημιά. Μονάχα τζιτζίκια επαναπροσδιορίζουν τη μοναξιά. Σε απόσταση αναπνοής η Αίγινα, ο υδράργυρος διαρκώς ανεβαίνει. Κομμάτια ακατέργαστου λευκού περιστοιχίζουν τη μνήμη, μοιάζουν με πελώρια νοσοκομεία που ποτέ δεν εφημερεύουν. Ο αέρας μέσα από συνεχείς εκρήξεις υφαρπάζει ό,τι στέρεο απέμεινε. Συνεχώς συνομιλώ με ημιτελή ποιήματα, με ατελείς γλωσσικούς συνειρμούς. Έτσι παραπλανώ προσωρινά τον θάνατο, εφευρίσκω διόπτρες παρακολούθησης των απόντων. Ένας δρόμος μακρύς, χωρίς οδοδείκτες, απλώνεται μπροστά μου. Τα γεγονότα ολοένα τρέχουν, να βρουν την άκρη του νήματος. Βήχουν ασθμαίνοντας, ένα μπουκαλάκι νερό ζητώντας. Δεν προβαίνω σε καμία πρόβλεψη για το αποτέλεσμα, αν δηλαδή θα τερματίσουν. Απανωτά κοπάδια προβάτων φράζουν τη διαδρομή. Ο Ιούλιος παραδίδει τη σκυτάλη στον Αύγουστο. Η θάλασσα διυλίζει την ώχρα του ουρανού. Όλα περιμένουν τη συγκατάβαση της φύσης, το συναινετικό ράμφισμα του σπουργιτιού. Όρθιος και ακηδεμόνευτος προσπαθώ να συγκεντρώσω ό,τι περισώζεται. Από χρωματιστά χαρτιά μέχρι ασήμαντα μικροαντικείμενα. Άπαντες θα υποστούμε την εκκαθάριση, προσωπικών αρχείων και ιδιωτικών συμφωνητικών. Μέχρι να ξαναγραφτεί η ιστορία του κόσμου ανάποδα για να αποδοθεί η πραγματική αλήθεια. *********** Το δωμάτιο αναδύει μια γεύση αφροσύνης, το πέρασμα σε υπερπόντιους κόσμους αναβάλλεται λόγω αυξημένης κίνησης στους ουρανούς. Αν δεν σου λείψουν καθόλου τα εξωτικά τοπία, κι εδώ καλά είναι. Ο καιρός διυλίζει τη θλίψη και την εναποθέτει στο πάτωμα. Την πατώ, φορώντας κάτι χρωματιστές σαγιονάρες. Ακούγεται ένας διαπεραστικός ήχος. Δεν υπάρχει τίποτα πιο φαιδρό από τη σειρήνα του περιπολικού τέτοια ώρα. Ποιον αλήθεια κυνηγούν; Εγώ πάντως, κλεισμένος στην ασφάλειά μου, απολαμβάνω τα ενδότερα. Όπως την περιστροφή του ρολογιού στον εαυτό του ή τα κεφαλαία γράμματα της μοναξιάς. Οι παράνομες συνακροάσεις δεν με αγγίζουν, δεν φοβάμαι να αποκαλύψω τα μυστικά. Αν δεν έχεις κάνει ποτέ τηλεφωνητής, δεν καταλαβαίνεις για τι σου μιλώ. Όλα είναι τόσο σχετικά, που σε πιάνει βήχας. Κι η εξέλιξη του μέλλοντος δεν έχει τίποτα συγκλονιστικό. Ούτε μια ελάχιστη ζωγραφιά, ούτε έναν τυποποιημένο στίχο. Τα σύννεφα εξακολουθούν να προκαλούν συμψηφισμούς, της άνω και της κάτω ζωής. Της ενδιάμεσης μόνο ο έρωτας. Που αν τον αφήσεις να εξοκείλει, μπορεί και να σε στιγματίσει εσαεί. Τέλος πάντων έχω μάθει να προπορεύομαι και πίσω μου όλα τα υπερωκεάνεια. Το αν θα υπερισχύσουν τα βότσαλα εξαρτάται από την ποιότητα της θαλάσσης. Και καμιά φορά από τον τρόπο πνιγμού των κυμάτων που κατέκλυσαν το δωμάτιο.
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|