Είναι που λιγοστεύουν οι λέξεις
δημόσια τροφή για σιωπητήρια πρώτη φράση δεξιά το ανομολόγητο και στο βάθος της σκέψης η αφωνία ή αντίστροφα πληθαίνουν τα ψεύδη να αγκαλιάζεις παθιασμένα το σκότος και να σου βγαίνει μια λευκή θύελλα Το χρόνο δεν τον συντρίβεις με τρικ ώσπου να πεις ότι ξεμπερδέψαμε νάσου τα νεογέννητα δευτερόλεπτα και μην κοιτάς τα ινστιτούτα ομορφιάς που βασανίζουν σκληρά τις ρυτίδες Η αλήθεια δεν είναι σινικό τείχος να κρύβονται από πίσω οι ατέλειες εδώ που φτάσαμε όλα στη φόρα να λες ουρανό και να εννοείς ουρανό
0 Comments
Στον Μανόλη Αναγνωστάκη Κι όμως ήμασταν κάποτε νέοι˙ μ’ ένα πανέρι στο χέρι τρυγούσαμε τα άστρα το φεγγάρι σφίγγαμε δυνατά να στάξει χυμό ελπίδας το ουρλιαχτό λογχίζαμε και την ανεμοθύελλα ρίχναμε χαλίκια στο στόμα του ήλιου να ρητορεύει στις πιάτσες της βροχής ξορκίζαμε τα πρόωρα φθινόπωρα και τους συμβιβασμούς μιας παγωμένης μέρας. Τώρα η μοναξιά ζητάει αντίβαρο ο φόβος του μεσημεριού ένα ουράνιο τόξο η προσδοκία για ζωή λίγη επιβεβαίωση. Τώρα βαδίζουμε πάνω σε σκοινί ισορροπίας σε κοφτερά γυαλιά στην πίστα του θανάτου. Τώρα ο πανικός μια λέξη ευκαιρίας και μια επένδυση στη λησμονιά. Κι όμως κάποτε ήμασταν νέοι. ''Χρεοκοπία ιδεών'' (2014) Επειδή ο ίσκιος συνεπάγεται λύπη
και τα αντικαταθλιπτικά κοστίζουν επένδυσα σ’ ένα πλαγιαστό σύννεφο όλοι καταλάβατε ποιο και τι εννοώ αλλά δεν είναι της ώρας να μιλήσω γιατί κλωτσάει το παιδί στην κοιλιά και ο γιατρός απουσιάζει με άδεια Λυπάμαι που πρέπει να σας αφήσω δεν υπάρχουν ποιητικά μαιευτήρια κι άλλα λογοτεχνικά κουραφέξαλα οι ωδίνες του τοκετού όταν πιάσουν πηδάνε οι στίχοι από το παράθυρο Κατά τ’ άλλα καλά
παιδιά, γατιά, σκυλιά στο χείλος του γκρεμού κι εγώ από κάτω να περιμένω να σκάσουν στις 23:59 ακριβώς - ένα λεπτό περιθώριο μέχρι να ξεψυχήσουν - Κι ο Μπετόβεν τυφλός να χτυπάει τα πλήκτρα στον τάφο του Κάλβου (μετακομιδή των οστών) Τουλάχιστον να ξέραμε γιατί η ροή του ποταμού το παίζει δύσκολη και ζητά ποινικό μητρώο απ’ όλους τους νεκρούς Μα όσοι χτίζουν στίχους πάνω σε ηφαίστεια με πυρακτωμένες πρόκες καρφώνουν τις λέξεις Μέσα σε ένα λεπτό τι ποίημα να γράψεις; Επειδή λοιπόν όλα μπάχαλο
κι ο ουρανός υποβρύχιο θα βρέχει αύριο τορπίλες δεν είναι παιδικό παραμύθι το λένε και στις ειδήσεις (ε ρε τηλεθέαση το δελτίο) Προκαταβολικά κοιμήσου δε χάνεις δα και τίποτα εκτός από κάτι μικρόβια κάτω στο μηχανοστάσιο και μερικά δεκάρια μποφόρ Με τις γαλότσες στο μαξιλάρι θα υπνοβατείς καλύτερα κι εγώ θα κοιτώ τη ναυμαχία όπως τη σχεδίασα στο χαρτί Αυτή εκεί που ολοφύρεται
με τίποτα δε χαμπαριάζει φοράει τακούνια σπασμένα και ξεχύνεται στα σκυλάδικα είναι μια ολόκληρη αντίφαση και δώστου να καμώνεται πως έχει ακόμη πατρίδα Αλλά μη νομίζεις πως εγώ διαθέτω πυρασφάλεια να σβήνω τις ανασφάλειες κομιστής αβεβαιότητας ήμουν απ’ τα δεκαεπτά μου δεν το κάνω αυτοβούλως Έχει αντιφάσεις η Ποίηση γι’ αυτό μην την πιστεύεις Γιατί ακόμη και στο θάνατο
μπορούμε να γνωριστούμε λυπάμαι όμως που αργήσαμε και το σκοτάδι έγινε φως είναι μια τραγωδία αυτό να κοιτάς μαύρα αγάλματα και να τα βλέπεις σιδερωμένα γιατί και τα πουκάμισα φοριούνται απ’ την ανάποδη Αν ερχόσουν τέλος πάντων με δυο βελόνες στο στήθος και μια τρύπια πανσέληνο θα σου ‘δινα την κουβαρίστρα να ράψεις τα κακώς κείμενα για να ξεμπλοκάρει ο έρωτας Κάποια λευκή νύχτα
ολόκληρος ο κόσμος θα γίνει μια συρραφή του υποσυνείδητου ένα αερόστατο θλίψης ψηλά στην ανυπαρξία Μπαίνοντας στην άνοιξη είναι φρικτό να μην ακούς πουθενά το όνομά σου ωστόσο όταν τα ποδήλατα πέσουν απ’ τον ουρανό είναι η κατάλληλη ώρα για να βρεις αναδόχους Κι όταν γράψεις το ποίημα μετά μπορείς να συστηθείς Επιζώντες δε βρίσκω
μονάχα τυφλοπόντικες γιατί και τα πειράματα επιτρέπονται δημοσίως Έτσι δε διστάζω να λέω πως επίκειται σεισμός μικρού εστιακού βάθους αλλού ο μαυροπίνακας κι αλλού ο δάσκαλος Θα βρεθούμε οι δυο μας στην πιο λάθος εποχή (φταίνε κι οι γκρεμοί που ποτέ δε γεφυρώθηκαν) κι από θαύμα θα σωθούμε Στο λέω και να το θυμάσαι ο έρωτας των ηττημένων δεν έχει παλιρροιακά κύματα Θα ζήσουμε αθόρυβα
ώσπου να γίνουμε λέξη ναι, δεν έχω αυταπάτες πως θα μας συλλαβίσουν οι δυσλεκτικοί άγγελοι κι οι επαίτες του χάους Θα μαγαρίσουν το χαρτί τα πιο αδιάφορα σώματα ψάχνοντας για παυσίλυπο τους οφείλουμε συγγνώμη που δεν τους συγκινήσαμε |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|