Το κοίταγμα στο χώμα μας ξάφνιασε :
απανωτές πρασιές άσπρου αίματος γερασμένα χόρτα, κρανία όχι ανθρώπινα. Όλα αποτυπώματα παγωμένου δειλινού γερμένου μ’ αδιαθεσία στον ύπνο μας. Αφιλόξενες τούτες οι πέτρες κι οι ίσκιοι τους συλλαβές ιερογλυφικές ζητώντας ανάγνωση. Γύρισα πίσω κατά τη σιωπή των αρχαίων λειψάνων την άκρη των αλμυρών κιόνων. Ο κόσμος χαράζει τα Σαββατόβραδα με δαχτυλιές ωμών απαιτήσεων . τα παιδιά του παθητικά κοιτάζουν την αποδημία των πουλιών μα πιο πολύ του εαυτού τους στην επικίνδυνη θηλιά της μίμησης. Στο φως του χρόνου η αναίμακτη θυσία το υπαρκτό δίλημμα ανάμεσα στο άγγιγμα των μαλλιών της μέρας και στο σάλπισμα της πανάρχαιας ομορφιάς. Όμως τα μελλούμενα χρειάζονται τροφή βαριά και γενναία και η ψυχή μας την αποδοχή μιας τελειωμένης εφηβείας. (1983)
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|