Δώσαμε τα συνθηματικά στους άυπνους σκοπούς
Παρασκευή βράδυ όταν οι πυγολαμπίδες γκρέμιζαν το σκοτάδι γύρω απ' το βάλτο με τους βατράχους και μετά στο φυλάκιο να μουρμουρίζουμε τα γυάλινα εμβατήρια με το μυαλό μας στην Αθήνα κι οι κουκουβάγιες άκουγαν βουβές το στεναγμό της αντίπερα όχθης και τα ποντίκια στρογγυλοκάθιζαν στις τρύπες των πολυβολείων βγάζοντας άναρθρες κραυγές σαν το στρίγγλισμα των μαγισσών όταν χάσουν τις συνταγές τους. Απ' αυτό το φυλάκιο κοιτάζω τις βλέβες του φεγγαριού φορώντας τα τρύπια μου άρβυλα κι οι φαντάροι στους δρόμους του χωριού να ματώνουν τα μολυβένια όνειρά τους όταν θυμούνται το πρώτο φιλί σε κάποια εκδρομή. Ένας ουρανός στυγνός κι αμίλητος σαν ταφόπετρα μια ζωή φτιαγμένη στα μέτρα των λίγων κι οι πολλοί καταδικάζονται στη μοίρα του Σίσυφου. Χαρακωμένα εορτολόγια και μέρες σκοτεινές και το ρολόι παρατημένο στ' άχυρα του χθες καθώς μιλούσαμε στ' αγέννητα ελληνόπουλα μέσα απ' τα μακρόστενα ορύγματα που δεν τέλειωναν κι από πάνω ένας γκρίζου ουρανός σκεπάζει τα τοπία της εγκατάλειψης. Σωροί από πέτρες καλύπτουν τις σκέψεις μας τα φορτηγά ανέβηκαν στους ώμους της υπομονής ρίχνοντας πετρέλαιο μέσα στο αίμα και το λιμάνι βαμμένο με σκούρα χρώματα. Σάββατο βράδυ συνάντησα το Βασίλη στα σοκάκια της Μύρινας, μετά η βροχή με οδήγησε σε κάτι σινεμά της σάρκας. Τώρα που η Αθήνα είναι μακριά, μέσα στα όνειρα είμαι μόνος, δεν έχω εσένα - φεγγάρι. Από την ενότητα ''Λήμνος'' της συλλογής ''Ο Σκοπευτής της μνήμης'' (2013)
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|