Κάθε τόσο η όραση βρυχάται.
Ύστερα ξεματιάζει τις ηλικίες. Μερικές φορές μετράει ανάποδα να βρει τυφλό αντικατοπτρισμό. Κάποτε μπαίνει στις χαραμάδες και βγαίνει ανεπίδεκτη φωτός. Όταν έρθει σ’ επαφή με την αφή εκεί να δεις σπασμένα χέρια. Δέρματα αρκούντως σκοτεινά διψούν για τυφλές χειραψίες. Τελικά στις έξι τα χαράματα ξεριζώνω και τα δυο μάτια και τα στέλνω πακέτο στον ήλιο.
0 Comments
Leave a Reply. |
Γιώργος Γκανέλης Ποίηση στο facebook
ΑΡΧΕΙΟ
March 2019
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
|